«Οταν έφυγε ο Στέλιος, έμεινα μόνη. Πενήντα πέντε χρόνια ζήσαμε μαζί! Τι κάνω εγώ τώρα, σκέφτηκα. Εβγαλα από το συρτάρι ένα αχρησιμοποίητο τετράδιο που φύλαγα για τα εγγόνια μου και ξεκίνησα να γράφω. Aρχισα από την Τζέντα το 1954. Από εκεί που ξεκινήσαμε τη σημαντική ζωή μας»!
Ταξίδι στον χρόνο για την κυρία Αλεξάνδρα Παπαδημητρίου. Από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, στην Τζέντα της Σαουδικής Αραβίας και μετά στην Ελλάδα, τη «γλυκιά», με τον Στέλιο, τον λατρεμένο της σύζυγο, και τα τρία τους παιδιά, τον Αντώνη, τον Γιώργο και τον Δημήτρη. Πλάι στον Αριστοτέλη Ωνάση. Τον μεγάλο Ελληνα που η γνωριμία μαζί του έμελλε να αλλάξει τη ζωή της οικογένειας. Η Χριστίνα, ο Αλέξανδρος, η Τζάκι, η Αθηνά... Πρόσωπα και αυτά με ρόλο στις ιστορίες της.
Κοσμογυρισμένη, αεράτη, καλλιεργημένη, μα τόσο απλή! Η κ. Αλεξάνδρα άνοιξε το φιλόξενο σπιτικό της στο Παλαιό Φάληρο για την «Espresso της Κυριακής». Ο χρόνος αρχίζει και μετρά αντίστροφα… «Το πρώτο βιβλίο το έγραψα κρυφά. Το πήρε όμως είδηση ο Δημήτρης (σ.σ. ο γιος της, συνθέτης Δημήτρης Παπαδημητρίου) και με ρώτησε: “μαμά, αυτό θα μείνει στο συρτάρι;”. Ναι, παιδί μου, του απάντησα, για σας είναι! Εκείνος όμως το πήρε και το πήγε κατ’ ευθείαν στον Καστανιώτη».
Η συγγραφέας μάς αποκαλύπτει το τρίτο βιβλίο της, που είναι έτοιμο. Σε χειρόγραφα ακόμη και χωρίς τίτλο. Το προηγούμενο με τίτλο «Αλεξάνδρεια - Αθήνα» βρίσκεται στην κορυφή σε πωλήσεις, όπως και το πρώτο της, η «Τζέντα», οπότε το επόμενο μπορεί να περιμένει.
«Είναι έτοιμο στο συρτάρι. Αυτό που δεν τυπώθηκε είναι το πρώτο στη σειρά. Η Αλεξάνδρεια των παιδικών χρόνων, τον καιρό του πολέμου. Ξεκίνησα όμως από την ιστορία της ζωής με τον Ωνάση, γιατί θεωρώ ότι αυτά που είχα να πω δεν τα έχει πει κανείς. Λένε άλλα αντί άλλων! Τα βιβλία γράφτηκαν για να θυμόμαστε τον Στέλιο. Για μένα ήταν το καλύτερο γιατρικό».
Ο ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ
«Ο ΩΝΑΣΗΣ ΗΘΕΛΕ ΝΑ ΜΕΤΑΦΕΡΕΙ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟ ΑΠΟ ΤΗ ΣΑΟΥΔΙΚΗ ΑΡΑΒΙΑ, ΑΛΛΑ ΟΙ ΑΜΕΡΙΚΑΝΟΙ ΤΟΥ ΕΙΧΑΝ ΠΕΙ: ΟΥΤΕ ΕΝΑ ΦΛΙΤΖΑΝΑΚΙ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟ ΔΕΝ ΘΑ ΜΕΤΑΦΕΡΕΤΕ»
«Ο Ωνάσης ήθελε να μεταφέρει πετρέλαιο από τη Σαουδική Αραβία, αλλά οι Αμερικανοί τού είχαν πει “ούτε ένα φλιτζανάκι πετρέλαιο δεν θα μεταφέρετε, κ. Ωνάση”! Χρειάζονταν λοιπόν έναν νομικό για να διαπραγματευτεί την υπόθεση και είπε σε φίλο του “ψάξε να μου βρεις ένα παιδί που να ξέρει καλά αραβικά, κατά προτίμηση Ελληνα, και εκτός από τη Νομική να έχει διαβάσει και τον νόμο του Κορανίου”.
Ο άνθρωπος εκείνος ήρθε και μίλησε στον Στέλιο, που είχε όλα αυτά τα προσόντα. Τον ρώτησε εάν θα ήθελε να πάει στην Τζέντα, χωρίς όμως να του αποκαλύψει ότι πρόκειται για τον Ωνάση. Ημουν έγκυος στον Αντώνη, το συζητήσαμε και είπαμε ας πάμε, τι έχουμε να χάσουμε; Ο μισθός ήταν 200 λίρες Αιγύπτου, η λίρα τότε άξιζε όσο η λίρα της Αγγλίας».
- Και η ζωή σας άλλαξε…Αλλαξε πολύ. Ηταν δύσκολα στην αρχή, γιατί στη Σαουδική Αραβία υπήρχε μόνο το μεγάλο ξενοδοχείο και δύο τρία σπίτια. Νοικιάσαμε το ένα. Κάτω γραφείο, επάνω δωμάτια. Εμεινα έγκυος και στον Γιώργο. Ο Στέλιος πληρωνόταν πολύ καλά.
- Τι άνθρωπος ήταν ο Ωνάσης;Ενας υπέροχος άνθρωπος. Πανέξυπνος, σε όλα μέσα! Πολύ καλλιεργημένος, αν και δεν πρόλαβε να τελειώσει το Γυμνάσιο στη Σμύρνη. Μου το ανέφερε αυτό πολλές φορές, το πώς έφυγε, του είχε μείνει! Μου έλεγε «στο έχω ξαναπεί», αλλά εγώ του απαντούσα δεν πειράζει. Ηταν ένας πολύ άξιος, καλός και έντιμος άνθρωπος μέχρι δεκάρας, που δεν ήθελε να αδικήσει, κυρίως τους υπαλλήλους και τους φίλους του. Βοηθούσε χωρίς να λέει τίποτα. Δεν επηρέασε ποτέ κανέναν, δεν έδωσε ποτέ χρήματα για πολιτικούς σκοπούς, ποτέ σε κόμματα. «Εγώ δεν είμαι πολιτικό πρόσωπο» τους έλεγε, όταν τον επισκέπτονταν στο γραφείο του για να του ζητήσουν βοήθεια. Και αυτό το έχουν κρατήσει και στο ίδρυμα.
«Η ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΚΑΙ Ο ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΥΠΕΦΕΡΑΝ ΑΠΟ ΜΙΚΡΑ. Η ΜΗΤΕΡΑ ΤΟΥΣ ΗΤΑΝ ΕΞΑΦΑΝΙΣΜΕΝΗ, ΜΕ ΝΤΑΝΤΑ ΜΕΓΑΛΩΣΑΝ! ΤΟ ΠΑΡΑΠΟΝΟ ΤΟΥΣ ΗΤΑΝ ΟΤΙ ΤΟΥΣ ΕΚΛΕΙΣΑΝ ΣΕ ΣΧΟΛΕΙΑ»
- Η Χριστίνα και ο Αλέξανδρος έμοιαζαν στον πατέρα τους;Οχι, δεν του έμοιασαν. Ούτε ο ένας ούτε ο άλλος. Τα δύο αυτά παιδιά υπέφεραν από μικρά. Η μητέρα τους ήταν εξαφανισμένη, με νταντά μεγάλωσαν! Το παράπονό τους ήταν ότι τον έναν, τον Αλέξανδρο, τον έκλεισαν σε σχολείο στο Παρίσι και τη Χριστίνα σε σχολείο στην Ελβετία. Τα Χριστούγεννα πήγαιναν όλοι να πάρουν τα παιδιά τους και στη Χριστίνα δεν εμφανιζόταν κανένας. Μου το έλεγε και έκλαιγε! Κοριτσάκι οκτώ δέκα χρόνων έμενε στο σχολείο μόνο του τις γιορτές! Με μια υπηρέτρια που ήταν και καθαρίστρια και φύλακας. Και επειδή η Χριστίνα ήταν πολύ πλούσια, εκείνη η σιχαμένη την εκδικούνταν και την υποχρέωνε να σφουγγαρίζει. Την έβριζε «σαλ καπιταλίστ», που σημαίνει βρόμικη καπιταλίστρια. Πώς να μεγαλώσει έτσι ένα παιδί; Και τα πιο φτωχά παιδιά έχουν μια μάνα και έναν πατέρα! Αυτά δεν είχαν κανέναν. Η μητέρα τους τούς πήγαινε δώρα, αλλά η Χριστίνα δεν τα ήθελε. Τα στοίβαζε στο δωμάτιό της και δεν τα άνοιγε ποτέ! Αυτά μου τα έλεγε η ίδια και έκλαιγε σε ηλικία είκοσι τριών είκοσι τεσσάρων χρόνων. Με τρομερό παράπονο!
- Σας άνοιγε την καρδιά της…Γύρευε μάνα, άνθρωπο για να μιλήσει! Εκαναν παρέα με τον Αντώνη. Κάποια φορά, τον ρώτησε «μπορείς να μου εξηγήσεις, σωστά όμως, ποια είναι η διαφορά ανάμεσα στον κομμουνισμό και τον καπιταλισμό; Ο Αντώνης της έλυνε τις απορίες της. Στο εξοχικό μας, στην Πεντέλη, ερχόταν πολλές φορές και έμενε μαζί μας. Παρέα αναζητούσε! Και αγάπη! Τότε κατάλαβα ότι δεν αξίζει τον κόπο να προσπαθήσει κανείς να γίνει πλούσιος στη ζωή του. Αλλα πράγματα έχουν σημασία!
- Ο Ωνάσης γνώριζε το παράπονο των παιδιών;Οχι, δεν το γνώριζε. Ελεγε, έχουν μάνα! Η μάνα ταξίδευε στην Ευρώπη, στο Παρίσι, το Μόντε Κάρλο.
- Ο Αλέξανδρος;Ο Αλέξανδρος δεν ήταν εκδηλωτικός, έκρυβε τα συναισθήματά του και δεν παραπονιόταν πολύ. Είχε πολύ καλή καρδιά εκείνο το παιδί, μάλαμα! Πώς φύγανε έτσι όλοι!
- Τι σας δίδαξε η ζωή κοντά στον πιο πλούσιο Ελληνα;Οτι για μια μάνα και για έναν πατέρα προέχουν τα παιδιά. Η Χριστίνα έκανε έξι μήνες να δει τη μητέρα της! Μου το έλεγε κι έκλαιγε! «Σταμάτησέ τα αυτά, μην τα θυμάσαι, παιδί μου» προσπαθούσα να την παρηγορήσω, αλλά μου απαντούσε: «Δεν ξεχνιούνται». Είχε ένα καλό η Χριστίνα: όταν χαιρόταν, χαιρόταν από τα βάθη της καρδιάς της. Αν άκουγες το γέλιο της, ακόμη αντηχεί στ’ αφτιά μου! Και ξαφνικά, την έβλεπα να σοβαρεύει και να κλαίει. Γιατί, Χριστίνα; «Γιατί τώρα θυμήθηκα κάτι άλλο». Ηταν πολύ ανοιχτόκαρδο παιδί, ενώ ο Αλέξανδρος ήταν κλειστός, δεν παραπονιόταν. Λίγο μόνο για τη μάνα του προς το τέλος…
- Με τον Ωνάση μιλούσατε συχνά;Οχι πολύ, μιλούσε πολύ με τον Στέλιο στον Σκορπιό. Πήγαιναν για δουλειά και το βράδυ έκαναν περιπάτους. Τον συμβούλευε πάντα και του έλεγε «πρόσεξε, μη χωρίσεις ποτέ τη μάνα των παιδιών σου! Αυτό που σου λέω, ό,τι και να σου κάνει η Αλεξάνδρα, τη μάνα των παιδιών σου πρέπει να τη σεβαστείς».
«Η ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΚΛΗΡΟΝΟΜΗΣΕ ΚΑΙ ΤΗ ΜΗΤΕΡΑ ΤΗΣ, ΤΗ ΛΙΒΑΝΟΥ. ΗΤΑΝ ΠΟΛΥ ΠΙΟ ΠΛΟΥΣΙΑ ΑΠΟ Ο,ΤΙ ΗΤΑΝ Ο ΩΝΑΣΗΣ! Ο ΡΟΥΣΕΛ ΗΘΕΛΕ ΝΑ ΤΑ ΠΑΡΕΙ ΟΛΑ»
- Η Αθηνά Ωνάση;
Την Αθηνά δεν μπορούσαμε να την πάρουμε από τον πατέρα της μετά τον θάνατο της Χριστίνας, γιατί και κηδεμόνες που είμαστε, είμαστε ξένοι! Η Χριστίνα στη διαθήκη της έγραψε να τη φροντίζουμε και κατ’ αυτόν τον τρόπο κρατήσαμε και την περιουσία της από τον Ρουσέλ. Η Χριστίνα ήταν πάμπλουτη γιατί κληρονόμησε και τη μητέρα της, τη Λιβανού. Ηταν πολύ πιο πλούσια από ό,τι ήταν κάποτε ο Ωνάσης! Ο Ρουσέλ ήθελε να τα πάρει όλα. Μάχονταν τέσσερα χρόνια για να θέσουν την περιουσία της Αθηνάς σε περιορισμό, για να μην μπορεί να τραβάει.
- Από την Τζάκι τι θυμόσαστε;Οτι ήταν πολύ όμορφη και πολύ απλή. Εμείς πηγαίναμε ντυμένες με βραδινά ρούχα και εκείνη εμφανιζόταν ντυμένη λιτά, αλλά με πολύ γούστο. Την Τζάκι την αγαπούσε και τη φρόντιζε ο Ωνάσης. Παρ’ όλο που δεν την είχε συμπεριλάβει στη διαθήκη του, είχε φροντίσει να πάρει χρήματα.
Αλεξάνδρεια - Αθήνα, χωρίς επιστροφή
«Ηρθαμε στην Ελλάδα για διακοπές. Την τελευταία ημέρα πριν από την επιστροφή μας στην Αλεξάνδρεια ο Αντώνης μας είπε “θέλω να ανεβούμε πάλι στην Ακρόπολη, για να την αποχαιρετήσω”. Θαυμάζαμε την Αθήνα από ψηλά και ο Αντώνης μας είπε “εδώ είναι το σπίτι μας”. Αυτό ήταν. Εκείνη κιόλας τη στιγμή πήραμε την απόφαση ότι θα μείνουμε στην Ελλάδα. Για να μη στερήσουμε από τα παιδιά μας αυτά που στερηθήκαμε εμείς όλα τα χρόνια. Αφήσαμε πίσω μια στρωμένη ζωή, ένα ωραίο σπίτι, έναν ωραίο κήπο και μια ωραία γιαγιά, θεία του πατέρα μου».
- Είστε ευχαριστημένη από τη ζωή σας…Πολύ. Οταν παντρεύτηκα τον Στέλιο, είχαμε μαζί και τις δύο αδελφές του, που ήταν ανάπηρες. Στα πέντε έξι χρόνια του γάμου μας, έμειναν κατάκοιτες και όλοι μας είπαν να τις βάλουμε σε ίδρυμα στην Αλεξάνδρεια. Εγώ εναντιώθηκα και είπα «όχι, εάν μείνουν, θα μείνω κι εγώ μαζί τους». Τις έφερα στην Ελλάδα και έζησαν μαζί μας από το ’66 έως το ’80, μέσα σε μια οικογένεια και έφυγαν ευτυχισμένες στον ύπνο τους. Αυτό θεωρώ το καλύτερο πράγμα που έκανα στη ζωή μου γι’ αυτά τα δύο πλάσματα.
- Η Αίγυπτος φλέγεται. Παρακολουθείτε τα γεγονότα;
Ναι, στην Αλεξάνδρεια είναι κάπως ήσυχα. Οι άνθρωποι εκεί είναι πολύ καλοί, ο καθένας μόνος του. Αν όμως ο λαός ξεσηκωνόταν, έπρεπε να πας να κρυφτείς! Μην τους θίξεις τη θρησκεία, μπορεί και να σε σκοτώσουν στο όνομα του Μωάμεθ.
Η κυρία Αλεξάνδρα ορφάνεψε από μάνα στα εννιά της χρόνια, την έχασε από πνευμονία: «Πού τη βρήκε την πνευμονία Ιούλιο μήνα στην Αίγυπτο;» αναρωτιέται ακόμη. Εμεινε πίσω για να μεγαλώνει τα τρία αδέλφια της. «Εμένα είχαν μάνα, γέννησα και άλλα τρία και είχα έξι παιδιά!» μας λέει. Ο πατέρας της, ο αρτοποιός και ζαχαροπλάστης Γιώργος Κρασάρης που έφτασε παιδί στα δεκατέσσερα από την Κύπρο στην Αλεξάνδρεια, φρόντισε για τις σπουδές τους.
- Επιστρέψατε ποτέ;Πήγα, ο κήπος μας έγινε μικρά σπιτάκια σαν κουτιά, στον επάνω όροφο δεν τόλμησα να ανεβώ.
- Νοσταλγία υπάρχει;Και ναι και όχι. Μπορεί κάποιες στιγμές να νοσταλγώ αλλά, εάν με ρώταγες θέλεις να πας πίσω στην Αλεξάνδρεια, θα σου έλεγα με σιγουριά όχι.
ΧΡΥΣΑ ΔΟΤΣΙΟΥ
Φωτ.: Δημήτρης Γκολφομήτσος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου